Το σορτκατ του μικροαστισμού ή κοινώς η πολύ καλή κρυψώνα της ντουλάπας -της όποια ντουλάπας εμφανίζεται στο διάστρον, στο ημιτελές και στο αεναον. Εκεί, ο κάθε μικροαστός ο γνωστός άγνωστος αγανακτισμένος από το μικροαστικό εγώ του, που περικλείει την αυλή του την διανθισμένη με προύνους και φρύνους, θα στρώσει ως νέος Μεσσίας τα νέα του ευλογημένα γιασεμιά τα ανθόσπαρτα. Τα Μυρωδάτα και τα ευτελή. Διότι η Νέα Μόδα προστάζει Κέντιες και Κελέντιες και Κελαινά Ανθη τα μη Αναστρέψιμα. Τα ισσοροπημένα, τα ευτελή, τα ασφαλτώδη του δήμου πανοράματος, όπου μαζεύτηκε όλη η κλαίουσα γύφτικη γενιά -που απαρνήθηκε τις καταβολές της- και ήρθε να ζήσει και να ευδοκιμήσει ως το νεο μπόλι, εκείνο που τελικά θα είναι και η συρραφή της παλινδρομικής κίνησης τόσων αιώνων.
Διότι και η κλαίουσα γενιά, η αποσβολωμένη, η τυχάρπαστη χρειάζεται τελικά τον ζωτικό της χώρο για να καρπίσει. Εκεί στους Κήπους Της Πανοραμίτικης Βλακείας φυτρώνουν νούφαρα σε γύψινες λίμνες, στεγάζονται αλλοτινά μανιτάρια του καλατράβα και ευδοκιμούν ανεξάρτητα μανιτάρια φωτός και θερμότητος που περιθάλπουν και ζεσταίνουν τους σύγχρονους Δον Κιχώτες Τους Αδαείς. Αλλά και πιό κάτω σε όσους τυχαίους και ατυχαίους σαρκάζουν ή λοιδορούν εκ του ασφαλούς τη γενετησια ορμή του Πανοράματος η πληροφορία καταφθάνει η ίδια και τελεσίδικη:
Κτίζων εγώ ο Μέγας Κτίστης και εσείς πτωχά μου ερίφια θα το αναγγείλετε θέλετε ή όχι.