Draft

Draft

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς από αυτή την πόλη; Μια πόλη μαραζωμένη καχεκτική πια, άτονη άοσμη και άχρωμη. Παραδομένη στους ποταμούς του λίζινγκ που ρέουν άφθονοι. Μαζική διασκέδαση, μαζική κουλτούρα, μαζικό. Η γραμμή μαζικό νίκησε τη γραμμή μαζινό. Ενα σύμφωνο είναι αρκετό για να ανατρέψει μια τραγωδία και να την ανάγει σε κομoδία του Κόμμοδου. Γελάμε με τα τραγικά και λυπόμαστε με τα κωμικά. Αλλά η τραγωδία είναι βαθειά μέσα μας. Εκεί είναι και βρίσκεται πάντα η απόλυτη τραγωδία η “εν τις μορίοις δρώντως και ου δι απαγγελίας” και η “μίμησης πράξεως σπουδαίας και τελείας”. Ο άφθονος Μύθος ο Ανκατανάλωτος, αυτός που σαπίζει στα ράφια μάς καλεί για μια φορά ακόμη. Η θηλειά μακριά και τρίχινη τυλίγεται γύρω από τα όνειρα σου, αν έχεις ακόμη.

Εχεις όνειρα; Κακώς και κάκιστα και εφιαλτικά. Θα πορευθείς σύμφωνα με την παγκόσμια συμφωνία. Θα γίνεις Ο Τρεκλίζων Ο Μυθοφάγων και Ο Απορών.
Και κάποια στιγμή θα ενσαρκώσεις τον επέτη του Ουγκώ αλλά μη γελαστείς ούτε στιγμή και αναζητήσεις στους υπονόμους την λύση του Φρερ Ζον.

Διάβασε, αναζήτησε, αμφισβήτησε, πολέμησε, ζήσε σαν άνθρωπος ψηλά. Εκτός κι αν προτιμάς το γκισέ το κιγκλιδωτό το σαρκοβόρο που θα σε ρουφήξει μια για πάντα. Ζήσε άνθρωπε! Αγάπησε μέχρι θανάτου. Θανατώσου μέχρι αγάπης. Φτάσε στα όρια, τα δικά σου , του άλλου, του δίπλα, του απέναντι. Αν τελειώσει η ζωή σου στα σκανδιναβικά γλυκά του ικεα θυμήσου το φάιτ κλαμπ και νοιώσε την υπέρτατη απάτη.

Το τρένο έφυγε, πήγε μακρυά για μια φορά ακόμη. Ο αέρας μυρίζει χόρτο και σύνεφα. Η βροχή κάποια στιγμή θα έρθει, πυκνή δροσοφόρα και εκδικητική. Τα παράθυρα θα χτυπάνε με μανία και η θέα σου, η μοναδική σου θέα, θα είναι μόνο οι αναμνήσεις.

Τότε.

Η κάμπια που πάτησες τότε, τα πεπόνια που έφαγες μέσα στο μποστάνι, τα μούρα που μάζεψες στη συνδίκα, τα ποδήλατα που έπαιρναν φωτιά κάθε μεσημέρι, η βιργινία, η μαργαρίτα, ο στέλιος, ο σπύρος.
Φίλοι, κορίτσια, αγόρια, όλα στο καζάνι των αναμνήσεων παρέα με αυτή τη γλυκερή, την αξέχαστη μυρωδιά της σέβεν απ.

Τούρτες, γλομπάκια σην ταράτσα, το πρώτο φιλί, το τελευταίο φιλί. Οι ανάσες κοντινές, περίεργες και αμήχανες.

Φίλησα τώρα;
Εκανα έρωτα τώρα;
Οι απορίες πάντα ισάξιες της θάλασσας.
Τότε ο αέρας μύριζε χόρτο κομμένο και νερό από τα μπεκ στην παραλία.
Μύριζε έρωτα και απορία.

Μύριζε τα κορίτσια που αγάπησα.