Δεν ήξερε πραγματικά τι της συνέβαινε. Φαντάστηκε τριαντάφυλλα και γαρδένιες να στρώνουν το δρόμο της. Φαντάστηκε μωρά να περπατάνε στα τέσσερα, να μιλάνε, να γελάνε. Φαντάστηκε ένα κόσμο γεμάτο κερασιές ολάνθιστες που άνοιγαν στο πέρασμά της και γέμιζαν μυρωδιές τον τόπο γύρω τους.
Φαντάστηκε τι ωραία που θα ήταν να έτρεχαν μαζί σε ένα λιβάδι που δεν υπήρχε παρά μόνο αγάπη. Ετσι θα ονόμαζε το λιβάδι τους.
Φαντάστηκε ένα κόσμο με ανεμόμυλους και γαλάζιους ουρανούς από εκείνους που τα σύννεφα μόνο γνωρίζουν. Φαντάστηκε θάλασσες. Σκούρες γαλάζιες θάλασσες που ζητάνε συγνώμη από κάθε ναυτικό που πνίγεται μέσα τους. Φαντάστηκε τοπία χιλιόχρωμα να αντέλλουν και να δύουν με ένα γλυκο χρώμα.
Την ώρα που ο γιατρός έβαζε τις λαβίδες η τζοσεφίν είδε τον ουρανό λίγο πιό σκούρο. Ενα δάκρυ της κύλησε κι έγινε μαργαριτάρι.
Στους υπέροχους 2L8 και το Josephine.